Σκοπός του blog είναι οι αλήθειες για αυτά που συζητάμε τόσο καιρό μεταξύ μας και μας προβληματίζουν.
Επίσης όσοι επιθυμείτε να δημοσιευθεί κάποιο δικό σας κείμενο,μαρτυρία ή ντοκουμέντο μπορείτε να το στείλετε στην παρακάτω διεύθυνση.
Όσοι επιθυμείτε να επικοινωνήσετε μπορείτε να στέλνετε τα email σας και τις παρατηρήσεις σας στο amoirakagem@gmail.com

Δείτε ΕΔΩ το blog της Ένωσης συνεργατών των εταιριών "ΓΕΡΜΑΝΟΣ ΑΒΕΕ" και "COSMOTE Κινητές Τηλεπικοινωνίες Α.Ε."

Κυριακή 9 Αυγούστου 2009

Στο μικροσκόπιο οι συμβάσεις του ΟΤΕ της περιόδου 1993-97


Του Τασου Τελλογλου

Η νέα και κατ’ ουσίαν πρώτη εξέταση του προκατόχου του Πρόδρομου Μαυρίδη, κ. Ηλία Γεωργίου, πρώην διευθυντή τηλεπικοινωνιών της Siemens στην Ελλάδα, από τον 4ο ειδικό ανακριτή κ. Νίκο Ζαγοριανό στάθηκε αφορμή να επικεντρωθεί –όχι άδικα– η ανάκριση περί το σκάνδαλο Siemens στο χρονικό διάστημα 1993-1997.
Η εξέλιξη αυτή βρίσκει «βάση υποστήριξης» και σε όσα κατέθεσε ο κ. Μιχ. Χριστοφοράκος στη Γερμανίδα ανακρίτρια κ. Χίλντεγκαρντ Μπόιμλερ-Χεσλ. Ο κ. Χριστοφοράκος αποκάλυψε ότι....



«τα συστήματα υπολογισμού» των προμηθειών δεν τα δημιούργησε ο ίδιος, αλλά έως ένα βαθμό τα κληρονόμησε.

Δύο διαχειριστές των «μαύρων ταμείων» της Sιemens είπαν την περασμένη εβδομάδα στην «Κ» ότι το σύστημα «γνώρισε πολλές μετατροπές, αλλά τα ποσοστά 8% και 2% καθιερώθηκαν επί Χαρντ και Κοχ το 1990, κατ’ αρχήν ως «δαπάνες προώθησης» (σ.σ. ήταν νόμιμες για τη Γερμανία, εξέπιπταν και από την εφορία).

Την ίδια χρονική περίοδο χρονολογείται και το «άνοιγμα» των πρώτων (όχι ονομαστικών) λογαριασμών στο Σάλτσμπουργκ, ιδιαίτερα του ΣΑΜΟΣ, μέσω των οποίων ο κ. Ηλίας Γεωργίου κάλυπτε διάφορες «χρήσιμες δαπάνες». Ο λογαριασμός αυτός –ο πρώτος από τους ελληνικούς λογαριασμούς στην τράπεζα «Ρεϊφέιζενμπανκ» του Σάλτσμπουγκ– ανοίχθηκε τον Ιούλιο του 1990, λίγους μήνες μετά την κυβερνητική αλλαγή, αλλά όχι αλλαγή και της διοίκησης στον ΟΤΕ. Το άνοιγμα των λογαριασμών Franz (σ.σ. δικαιούχος Γ. Σκαρπέλης ) και ΝΙΚΟΣ (σ.σ. δικαιούχος Εμμ. Σταυριανού) πραγματοποιείται λίγο αργότερα, το 1991-1992.

Στις αρχές Σεπτεμβρίου του 1993, λίγο πριν από την πτώση της κυβέρνησης Μητσοτάκη η διοίκηση του ΟΤΕ αγωνίζεται να κατακυρώσει τον διαγωνισμό 7753/23.7.1992 για ένα εκατομμύριο παροχές και 150.000 κυκλώματα, αρχικής αξίας ύψους 42 δισεκατομμυρίων δραχμών. Ο τότε πρωθυπουργός κ. Κ. Μητσοτάκης και ο υπουργός Εθνικής Οικονομίας Στ. Μάνος έχουν αντιρρήσεις, πιστεύουν ότι πρέπει αυτό να γίνει από τη νέα διοίκηση του ΟΤΕ, που θα οδεύει στον δρόμο της ιδιωτικοποίησης.

Στο διάστημα ωστόσο 1991-1992 οι εταιρείες ΙΝΤΡΑΚΟΜ και Siemens έχουν υπογράψει συμβάσεις ύψους 74,086 δισεκατομμυρίων δραχμών (χωρίς το υποβρύχιο καλώδιο ) από επέκταση παλαιών συμβάσεων και την εγκατάσταση και λειτουργία των τηλεπικοινωνιακών δακτυλίων σε Αθήνα και Ρόδο. Ιδιαίτερα, ο γενικός διευθυντής του οργανισμού κ. Αντώνιος Τρούπκος πιέζει προς την κατεύθυνση της ολοκλήρωσης του διαγωνισμού για τις ψηφιακές παροχές. Σε ένα εμπιστευτικό έγγραφο του κ. Τρούπκου προς τον επί λίγες εβδομάδες πρόεδρο του ΟΤΕ κ. Αναστάσιο Γκόνη στις 9 Σεπτεμβρίου του 1993, λίγες ημέρες πριν από την πτώση της κυβέρνησης, αποκαλύπτεται ότι στις συμβάσεις 7300, 7310, 7360, 7365, 7366, 7370, 7375, 1003 και 968 που είχε όλες υπογραψει ο ΟΤΕ με τις εταιρείες Siemens και ΙΝΤΡΑΚΟΜ «περιλαμβάνεται η ρήτρα διασφάλισης των τιμών», όρος, ωστόσο, που θα εφαρμοστεί για πρώτη φορά το 1996.

Ο διαχειριστής των «μαύρων ταμείων» πριν από τον Ράινχαρντ Σίκατσεκ, Κλάους Πέτερ Νιντλ, αναφέρει στην κατάθεσή του ενώπιον της ανακρίτριας κ. Μπόιμλερ-Χεσλ ότι ένας από τους σημαντικούς λόγους των «διακριτικών πληρωμών» ήταν να «πειστούν οι Ελληνες» να κατεβάζουν τις τιμές με πιο αργούς ρυθμούς από εκείνους που επέβαλε η εξέλιξη των τιμών στις διεθνείς αγορές.

Οι κυβερνήσεις ΠΑΣΟΚ

Τελικά η συμφωνία (σύμβαση 7430) για την προμήθεια ενός εκατομμυρίου παροχών υπογράφεται λίγο αργότερα από τη διοίκηση του ΟΤΕ, υπό τον κ. Πέτρο Λάμπρου. Η υπόθεση αυτή κρίνεται από την ελληνική Δικαιοσύνη και με βούλευμα μπαίνει στο αρχείο, αφού πρώτα κρίνεται, μετά σχετική εξάτομη πραγματογνωμοσύνη, ότι το Δημόσιο δέν υπέστη ζημιά από την υπογραφή της σύμβασης. ΟΤΕ και Siemens βρίσκονται στα αστικά δικαστήρια για την εφαρμογή των σχετικών ρητρών περί τον έλεγχο των τιμών. Η διαδικασία δρομολογήθηκε από τη διοίκηση Λάμπρου το 1996, όταν διαπιστώθηκε ότι μεταξύ της σύμβασης του 1994 και των τιμών της περιόδου 1988 - 1990 υπήρχαν αποκλίσεις τις οποίες η διοίκηση του οργανισμού κοστολογούσε στα 11 δισεκατομμύρια δραχμές (από 5,5 δισ. δραχμές για κάθε εταιρεία). Από την πλευρά τους οι δύο εταιρείες επέμεναν ότι στο διάστημα αυτό είχε αλλάξει η «γενιά» των προϊόντων και επομένως η βάση των υπολογισμών θα έπρεπε να είναι διαφορετική. Οι δύο εταιρείες υποστήριξαν λοιπόν ότι η διαφορά δεν είναι πάνω απο 2-3 δισεκατομμύρια δραχμές. Η διαφορά οδηγήθηκε στα δικαστήρια όπου βρίσκεται 13 χρόνια!! (σ.σ. κάπως… μακρύ διάστημα ακόμα και για τα ελληνικά δεδομένα).

Στο ίδιο διάστημα ανοίγουν από τους κ. Γεωργίου και Καραβέλλα αρκετοί λογαριασμοί όχι μόνο στην Ελβετία αλλά και τη Μεγάλη Βρετανία, οι οποίοι κινούνται ανελλιπώς την περίοδο 1995-1997. Οι λογαριασμοί αυτοί δεν έχουν ανοίξει ακόμα όλοι, κάτι που αναμένεται να γίνει έως τις 15 Σεπτεμβρίου, δίνοντας ένα νέο «στίγμα» των «διακριτικών πληρωμών» στο διάστημα των μέσων της δεκαετίας του ’90.

Ο κ. Π. Λάμπρου, για τον οποίο ρωτήθηκε επίμονα ο κ. Ηλίας Γεωργίου, παραμένει στη θέση του γενικού διευθυντή του ΟΤΕ από τις 15/11/1993 έως τις 8/10/1997. Αποχωρεί δηλαδή από τον Οργανισμό δυόμισι μήνες πριν από την υπογραφή της συμφωνίας 8002 ανάμεσα στη Siemens και τον ΟΤΕ, και της συμφωνίας 8004 ανάμεσα στην ΙΝΤΡΑΚΟΜ και τον ΟΤΕ.

Το πρόγραμμα Fast Track

Στο κατηγορητήριο πάντως κατά των πρώτων κατηγορουμένων για την υπόθεση Siemens, γίνεται μια σύντομη αναφορά στο πρόγραμμα Fast Track, ύψους 10 δισ. δραχμών, ένα πρόγραμμα που εξ ανάγκης συνέταξε ο Οργανισμός εν όψει της καθυστέρησης υπογραφής των προγραμματικών συμφωνιών. Αυτό δεν έχει κάτι το επιλήψιμο. Το πρόβλημα είναι ότι γι’ αυτό το πρόγραμμα (σύμβαση 7750) έχουν «κινηθεί» απο τον κ. Νιντλ προς αγνώστους παραλήπτες ένα εκατομμύριο μάρκα, όπως φαίνεται από έγγραφα της δικογραφίας.

Ο κ. Ηλίας Γεωργίου είπε στην κατάθεσή του ότι ο κ. Π. Λάμπρου δίσταζε να προχωρήσει στη διαπραγμάτευση της προγραμματικής συμφωνίας.

Σύμφωνα με (τότε) ανακοίνωση της Ν.Δ. ο πρόεδρος του ΟΤΕ κ. Δ. Παπούλιας και ο κ. Π. Λάμπρου επισκέφθηκαν τα γραφεία του κόμματος στις 25 Σεπτεμβρίου του 1997 και συναντήθηκαν με τους Στ. Δήμα, Ν. Γκελεστάθη, Ευ. Μεϊμαράκη και Γ. Αλογοσκούφη .

Από την πλευρά της Ν.Δ. τονίσθηκε προς τη διοίκηση του ΟΤΕ «ότι οφείλει εφόσον κρίνει ότι ορισμένες επενδύσεις και προμήθειες είναι απαραίτητες, να προχωρήσει χωρίς άλλες αδικαιολόγητες καθυστερήσεις στις σχετικές συμφωνίες βάσει του υφιστάμενου νομικού πλαισίου».

Μια εβδομάδα νωρίτερα είχε συναντηθεί η υπουργός Ανάπτυξης κ. Βάσω Παπανδρέου με την υπεύθυνη του τομέα αναπτυξης της Ν.Δ. κ. Ντόρα Μπακογιάννη με πρωτοβουλία της κ. Παπανδρέου. Η κ. Μπακογιάννη είπε μετά τη συνάντηση ότι σε πολλά θέματα διαπιστώθηκε «ταυτότητα απόψεων με την κ. Παπανδρέου». Το υπουργείο Ανάπτυξης εκτίμησε στη συνέχεια ότι «θα προχωρήσουν πλέον γρήγορα οι συμφωνίες ΔΕΚΟ με εγχώριες βιομηχανίες για τις μεγάλες και μακροχρόνιες προμήθειες (εφημερίδα «Ναυτεμπορική» 19/9/1997).

Δυόμισι μήνες αργότερα οι προγραμματικές συμφωνίες θα υπογραφούν, η μία πίσω από την αλλη, όχι μόνο στον ΟΤΕ αλλά και στον ΟΣΕ στο όνομα της εγχώριας προστιθέμενης αξίας. Με αυτές, θα συγκροτηθούν για πρώτη φορά επιτροπές για τον έλεγχο των τιμών των προμηθευτών με την παρουσία ανεξαρτήτων συμβούλων, επιτροπές ωστόσο που ελάχιστα θα επηρεάσουν τις τιμές στις οποίες αγόραζε ο ΟΤΕ.

Τον Μάρτιο του 1998 δρομολογούνται οι πρώτες πληρωμές 2% («για την πολιτική») απο τον κ. Νιντλ ύψους 18 εκατομμυρίων μάρκων. Από αυτό το συνολικό «καλάθι» καταβάλλεται τόσο το ένα εκατομμύριο που κατέληξε στον κ. Θ. Τσουκάτο όσο και τα 4,5 εκατομμύρια μάρκα που κατέληξαν στον «μυστηριώδη» κ. Βόγια. Τα δύο αυτά ποσά θα πρέπει να αντιμετωπιστούν σαν «δύο μέρη της ίδιας πληρωμής», ανέφερε σε ανύποπτο χρόνο «χειριστής» των «μαύρων ταμείων» μιλώντας στην «Κ». Είναι ακόμα άγνωστο τι ποσό εκείνων των χρημάτων εκταμιεύτηκε προς κόμματα και πολιτικούς στην Ελλάδα· εκείνο που είναι βεβαιο είναι πως μέσω του «συστήματος» Χριστοφοράκου, στο Μόντε Κάρλο και την Ελβετία διοχετεύτηκαν από τη μητρική εταιρεία προς την Ελλάδα 11 εκατ. ευρώ από το 2000 έως το 2005.

Πηγή http://news.kathimerini.gr/4dcgi/_w_articles_politics_241_09/08/2009_325200